Η συναρπαστική ζωή του Λορέντζου Μαβίλη (1860 - 1912) είναι γεμάτη ανατροπές και ξαφνιάσματα.
Ο λυρικός ποιητής με την αριστοκρατική καταγωγή που εξυμνεί τη φύση και αντλεί θέματα από τη μυθική και ιστορική παράδοση θα γίνει υπέρμαχος του δημοτικισμού και μία φράση του στη Βουλή, «χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει, υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι», θα αποκτήσει υπόσταση διαχρονική.
Ο ευκατάστατος νέος θα συναντηθεί το 1896 στα βουνά με τους αντάρτες πολεμώντας στην Επανάσταση της Κρήτης και, έναν χρόνο αργότερα, καλύπτει δαπάνες μετακίνησης εθελοντών για να πολεμήσουν στην Ήπειρο τους Τούρκους. Το 1912, βουλευτής των Φιλελευθέρων, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του Μετώπου!
Ο σκακιστής και συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων θυσιάζει στις δημιουργίες του στρατιώτες και αξιωματικούς στον βωμό της νίκης. Θα θυσιαστεί και ο ίδιος στις 28 Νοεμβρίου 1912 στη μάχη του Δρίσκου, κοντά στα Γιάννενα, επικεφαλής των γαριβαλδινών εθελοντών.
Έγραφε ο Τάσος Βουρνάς στην «Αυγή», στο αφιέρωμα «Λορέντζος Μαβίλης - Εκατό χρόνια από τη γέννησή του» (27.1.1960): «Ο Μαβίλης ήταν για την εποχή του ένα φωτεινό μετέωρο που πέρασε πάνω από τα γράμματά μας κομίζοντας καινούργιες αισθήσεις και καινούργια ρίγη στην τέχνη». Πιο κάτω αναφέρεται σε ανέκδοτα που διέσωσε ο Βάρναλης, κατά την τελευταία εκστρατεία, λίγο πριν από τον θάνατο του Μαβίλη: «Ενώ δρασκελούσανε τα λαγκάδια των Γρεβενών μέσα στη βροχή, το κρύο και τις λάσπες, κάποιος νεαρός λόγιος, που πήγαινε δίπλα του, του λέει:
- Τώρα στην Αθήνα ο Πολέμης θα γράφει ‘ωραία’ ποιήματα για μας!
- ‘Το κακό’, απάντησε ο Μαβίλης, ‘πως θα γράφει και ο Παλαμάς!’