WELCOME
Καλωσορίσατε σε αυτό εδώ τον ιστότοπο “Book blog info” Ο χώρος αυτός δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικό εργαλείο προβολής των προϊόντων του εκδοτικού οίκου ΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ κάποτε. Καθ' οδόν προστέθηκαν και μερικά λουλουδάκια για διακόσμηση - τα οποία ήρθαν και με βρήκαν - στην κάθετη στήλη. Διάφορα ποιηματάκια ξεπήδησαν από τα βιβλία της βιβλιοθήκης μου και προέκυψε έτσι το «1 ΠΟίΗΜΑ 1 ΛΟΥΛΟύΔΙ» Από το 2011 και μετά το blog αυτό θα ταξιδεύει σε νέους βιβλιότοπους και σας καλεί να τον παρακολουθείτε πού και πού... Χρήστος Ρουμελιώτης. e-mail : novus.sales@gmail.com
Ευχαριστώ για την επίσκεψή σας. Καλά κοιταγματάκια…
Ιστορίες προσφυγιάς: Δημήτρης Π. Κυριακαράκος, δικηγόρος, κάτοχος ΜΔΕ «Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Πολιτική» Παντείου Πανεπιστημίου
Κάθε τέτοια εποχή, ο φαντασμαγορικού χαρακτήρα εμπορικής προώθησης διάκοσμος των μεγάλων αστικών κέντρων, ακόμα και των αναπτυσσόμενων μη «χριστιανικών» κρατών, επισκιάζει στη μέση συνείδηση την ουσία της εορτής, η οποία ουδόλως «εορταστική» είναι.
Η γέννηση του Ιησού είναι, στην πραγματικότητα, μια ιστορία εκτοπισμού συνεπεία της πολιτικής απόφασης του ρωμαιο-επιδοτούμενου Ηρώδου του Μεγάλου, ηγεμόνα της Γαλιλαίας, να οργανώσει τη νηπιοκτονία των αγοριών κάθε οικογένειας υπηκόων του προς διασφάλιση της γενεαλογικής συνέχειας της εξουσίας του. Είναι μια ιστορία εκτοπισμού, επίσης συνεπεία της πολιτικής απόφασης της ρωμαϊκής διοίκησης της Ιουδαίας να απογράψει, να «φακελώσει» έκαστο ενήλικο άρρενα Εβραίο στη γενέθλια πόλη του ώστε η φορομπηχτική πολιτική του καίσαρος Τιβέριου να παραγάγει άμεσα προσοδοφόρα αποτελέσματα στην επαρχία - προμαχώνα της Ρώμης.
Ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ, μια κερδοσκοπική και διεφθαρμένη πόλη, η οποία δεν έδειξε έλεος ούτε για την έφηβη έγκυο μητέρα Του. Γεννήθηκε στον δημόσιο αχυρώνα της πόλης, με πρώτα μωρουδιακά του δώρα τα μύρα των τριών σοφών περιηγητών Γκασπάρ, Μπαλτάζαρ και Μελχιόρ, ενός Σαρακηνού, ενός Άραβα και ενός Αιθίοπα.
Η ιστορία αυτού του εκτοπισμού έχει, όμως, και ένα απώτερο παραγωγικό αίτιο: την πατριαρχική κουλτούρα της Γαλιλαίας. Η Παναγιά μας, η Μαριάμ, η οποία ευαγγελίστηκε με τον κρίνο σε ηλικία δεκαπέντε ετών, απειλήθηκε με λιθοβολισμό από το «συνοικιακό συμβούλιο» με την κατηγορία της μοιχείας.
Ο χαωδώς πιο ώριμός της Ιωσήφ, ο προ πολλών ετών χηρεύσας μελαγχολικός ξυλουργός και εργολήπτης του ρωμαϊκού στρατού, επενέβη σε πείσμα των προκαταλήψεων της εποχής και άπλωσε τη ζεστή σκιά της προστασίας του στη Μαριάμ. Τη νυμφεύθηκε κατά το ιουδαϊκό εθιμοτυπικό και νομιμοποίησε τη γέννησή Του περιφρονώντας τους Πρεσβύτερους και τις μισαλλόδοξες πρακτικές εφαρμογής του Μωσαϊκού Νόμου. Ο τόπος πλέον δεν χωρούσε τον Ιωσήφ και τη νέα του οικογένεια. Άφησε λοιπόν νοικοκυριό και επιχείρηση και κίνησε για την Αίγυπτο μέχρις ότου κοπάσουν τα πράγματα στη Γαλιλαία.
Ο Ιησούς εγένετο ρακένδυτος και απεβίωσε ρακένδυτος. Εγένετο όμως και «διαφορετικός», με χαρίσματα μοναδικά για παιδί και μετέπειτα νέο της εποχής του, μιας εποχής παραδομένης στον ορθολογικό «τεχνοκρατισμό» της Ρώμης και στην τυπολατρική εφαρμογή του Νόμου, οπότε η πνευματική αναζήτηση φάνταζε από περιττή έως και εχθρική δι’ έκαστη εξουσία, ρωμαϊκή και αρχιερατική.
Σε έναν τόπο όπου οι χιτώνες δεν περίσσευαν ο σαγηνευτικός αυτός άνδρας πρότεινε ο έχων δύο να προσφέρει τον ένα στον μη έχοντα. Σε έναν τόπο όπου η άσκηση φυσικής βίας είχε λάβει διαστάσεις «πολιτισμικού» στοιχείου, ο λαμπερός αυτός άνδρας πρότεινε επισταμένως τη στρέψη και της έτερης σιαγόνος. Σε έναν τόπο όπου το δόγμα "οφθαλμός αντί οφθαλμού" είχε αναδειχθεί σε πραγμάτωση «κράτους δικαίου», ο μειλίχιος αυτός άνδρας πρότεινε εμφατικά στον δρόμο για τον δικαστή να επιδιώκεται η συμφιλίωση με τον αντίδικο.
Η ουσιαστική χειραφέτηση
Αυτός ο «διαφορετικός», με τα «σωτήρια» προκρίματα, παρότρυνε την πίστη στον εαυτό μας και στις «θεϊκές» του δυνατότητες. Παρότρυνε την ουσιαστική χειραφέτηση του ανθρώπου και της κοινότητας. Οι άνθρωποι που πιστεύουν στην εύρεση κοινού τόπου δεν έχουν ανάγκη τον δικαστή. Οι άνθρωποι που επιλέγουν συνειδητά το να μην ανταπαντούν με τη βία που οι ίδιοι υπέστησαν δεν έχουν ανάγκη τον αστυνόμο. Οι άνθρωποι οι οποίοι διανέμουν από το περίσσευμά τους μοιραία απομειώνουν την ισχύ της φορολογικής αρχής. Οι δε Πιστοί οι οποίοι επιλέγουν να τηρήσουν το πνεύμα του Νόμου, της Πίστης δεν έχουν την ανάγκη της αρχιερατικής καθοδήγησης.
Τα Χριστούγεννα με το άστρο της Βηθλεέμ φωτίζουν την ατραπό της ουσιαστικής απελευθέρωσης των κοινωνιών από κάθε τι που τις τηρεί καθηλωμένες και εσωστρεφείς, είτε πρόκειται για αλλοδαπό κατακτητή, είτε πρόκειται για εθνοτικές προκαταλήψεις οι οποίες έχουν στρεβλά επιβληθεί και διαιωνιστεί τάχα μου ως «παράδοση». Η βία, η μισαλλοδοξία, η κοινωνική απομόνωση, η αντεκδίκηση δεν νοείται να ανάγονται σε «παράδοση».
Η παράδοση αποσκοπεί στη διασφάλιση ενός ελπιδοφόρου μέλλοντος για κάθε κοινωνία δίχως να χάνεται ο σύνδεσμος με το δημιουργικό της παρελθόν. Είθε λοιπόν η «παράδοση» των Χριστουγέννων, η οποία τιμάται και από μη χριστιανικούς λαούς, να μας θυμίζει ενίοτε να «στρέφουμε την έτερη σιαγόνα», «να τα βρίσκουμε με τον αντίδικο», «να προσφέρουμε από αυτό που μας περισσεύει». Δεν έχουν «εθνικότητα» αυτά τα προκρίματα, όπως δεν είχε ο ίδιος ο εισηγητής τους, ο Χριστός.
Καλές εορτές, με αγάπη στην ψυχή, λάμψη στο βλέμμα, με μέλλον δίχως προσφυγιά για κανένα παιδί! Γιατί κάθε παιδί είναι «χριστό» με μοναδικά χαρίσματα!
* Ο Δημήτρης Π. Κυριακαράκος είναι δικηγόρος, κάτοχος ΜΔΕ «Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Πολιτική» Παντείου Πανεπιστημίου
17 Νοέμβρη 1973
17 Νοέμβρη 1973
Οι βρικόλακες είχαν κοιμηθεί.
Χρόνια στάχτης από πάνω τους
κάναν έναν παχύ καμβά: κανένα
σχήμα δεν ξεχώριζε, καμία φωνή
δεν ακουγόταν. Είχαν αρχίσει πια
να ενσωματώνονται
στη γεωλογία του ανέστιου
πυκνή σα νεύρα φύλλου
στις διακλαδώσεις. Σιωπή
βασίλευε πάνω τους και μέσα.
Ώσπου το αίμα χύθηκε
στους δρόμους της Αθήνας
το φρέσκο αίμα, από δεκαοχτάρικα
και εικοσάρικα,
και οι βρικόλακες ξύπνησαν.
Άρχισαν πάλι τα πρωινά τηλέφωνα
για υπογραφές, εκκλήσεις,
διαμαρτυρίες. Άρχισαν πάλι
τη διαλογή: "Όχι αυτόν,
εκείνον θέλω". Άρχισαν πάλι
τις πρες κόνφερανς, τις εμφα-
νίσεις στις τηλεοράσεις των βρικολάκων.
Άρχισαν πάλι τα πλούσια λόγια
για την πείνα του άλλου. Ω,
πότε οι βρικόλακες θα κοιμηθούν;
Πότε θα επιστρέψουν στις εστίες τους
για να ησυχάσουμε
κι εμείς που τόσο ωραία ήμασταν
στη χρόνια ανυπαρξία;
* Με σαφή συμβολισμό, το ποίημα "Οι βρικόλακες" είναι σαν να γράφτηκε τις προηγούμενες ημέρες. Γράφτηκε στις 17 του Νοέμβρη 1973, τις ώρες που το τανκ γκρέμιζε την πύλη του Πολυτεχνείου. Ο Βασίλης Βασιλικός παρακολουθούσε τα γεγονότα από τη Ρώμη, όπου ζούσε αυτοεξόριστος εκείνη την περίοδο.
LOS BUENOS ANTIFASCISTAS, Η λεηλασία και καταστροφή των ελληνικών αρχαιοτήτων
Πολιτεία 16.22 |
"Ονομάζομαι Anastasia Tsackos Moratalla, είμαι κόρη μιας Ισπανίδας και ενός έλληνα brigadista, μέλους των Brigadas Internacionales".
Μια ογδοντάχρονη γυναίκα από το Albacete, στα νοτιοανατολικά της Ισπανίας, αφηγείται τη μυθιστορηματική ζωή του πατέρα της. Ήταν ένας από τους περίπου τετρακόσιους Έλληνες και Κύπριους που, μαζί με χιλιάδες εθελοντές από πενήντα τρεις χώρες, κάνοντας προσωπικές υπερβάσεις, άφησαν τις ζωές που έκαναν ως τότε, για να πολεμήσουν τον εθνικισμό στην Ιβηρική.
Τα αρχεία των Διεθνών Ταξιαρχιών και πολλές ακόμα πηγές ρίχνουν φως σε αυτούς τους Έλληνες που δεν απουσίασαν από το πρωτόγνωρο αυτό ραντεβού διεθνισμού και αλληλεγγύης τα τελευταία χρόνια του Μεσοπολέμου. Ποιοι ήταν, γιατί πήγαν στην Ισπανία, ποιες ήταν οι πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές τους αναφορές, πόσοι άφησαν τις ζωές τους πολεμώντας σε μια χώρα που δεν ήταν η δική τους; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
What Remains by Reginald Gibbons
What Remains by Reginald Gibbons
Yes, bread that’s poisoned. And not even one sip of air.
How hard it is for the wound of life to be cured.
Joseph himself, sold to Egypt as a slave,
could not have been more heavily grieved.
Then under the sky-swarm of stars, Bedouins come.
They quiet their horses. Then in turn, with eyes closed,
each invents some chanted fragment of their day
of epic nothing, that only brought them boredom,
for among such riders, little’s needed to inspire—
in the dunes, one man lost a quiver of arrows,
others traded some geldings for a mare—events are
only a mist that thins and disappears.
But if—if—such songs are sung out to the end
with all the heart, with all the breath in the lungs,
almost everything vanishes . . . And what remains
is the desert vastness, the stars, the one who sings.
George Gordon Byron, Λόρδος Βύρων, Χειμάρρα, Οδυσσέας, Πολιορκία Κορίνθου
Ωραιότατες είναι και δύο στροφές που αφιερώνει ο ποιητής στο Ελληνικό βουνό της Χειμάρρας με την άγρια εμορφιά. Την πρώτη απ’ αυτές, όπου συναρμόζεται η μυθολογία και το πνεύμα με νοστιμάδα και ευχυμία, τη μεταφέραμε στη γλώσσα μας με ρυθμό και ομοιοκαταληξία, όσο τούτο είναι βολετό:
«Βαθύχρωμες, θεόρατες, μεγαλωμένες στη θωριά,
σε σχήμα απ’ τη φύση ηφαίστειου αμφιθεατρικού,
οι Άλπεις της Χειμάρρας απλώνονται ζερβά-δεξιά·
κάτου δες μιά κοιλάδα με τον παλμό ρυθμού θεοτικού·
δέντρα θροούν, κοπάδια αχούν, νερά λαλούν σε εγκρεμούς,
έλατα γνέφουν στις κορφές· και να δες; τον Αχέροντα!
πούτανε κάποτε παλιά αφιερωμένος στους νεκρούς.
Αν όλα τούτα τα κάλλη, που θωρώ είναι Άδης, Πλούτωνα!
κλείσε τις άδοξες πύλες που παν στα Ηλύσια, με μιά,
η δική μου σκιά δε θα ζητήσει από κείνες δα καμιά».
Τη δεύτερη στροφή, που δεν μεταμορφώνεται εύκολα στη γλώσσα μας, την έχω αποδώσει προσέχοντας πιότερο τη φυσικότητα της μορφής της παρά την τεχνική του στίχου της:
Μέλι που ρέει στον Κορινθιακό... Γιάννης Σώκος, Διμηνιό, Βούλα Γκιολή, Μελίσσι
- Ο άγνωστος άθλος του Ηρακλή / Συγγραφέας: Σώκος, Γιάννης
- Κωμικοτραγικοί διάλογοι για την Αρχαία Πόλη και τον Σύγχρονο Δήμο. Το γέλιο κάνει καλό ακόμα και όταν γελάς με τα χάλια σου.
- Το Διμηνιό στο δρόμο του Ηρακλή / Συγγραφέας: Σώκος, Γιάννης / Ο Ηρακλής στο Διμηνιό... Είναι η μικρή ιστορία του δικού μας λαϊκού πολιτισμού, ΄Ηθη, έθιμα, αξίες , πρόσωπα , αντικείμενα, τοποθεσίες , γεγονότα και εικόνες που χάθηκαν από τα ρίχτερ του χρόνου και της εξέλιξης.
- Μετρώντας τις ώρες, σε μια πράσινη επαρχία / Συγγραφέας: Σώκος, Γιάννης
- Ο Περίπλους Του Κορινθιακού Κόλπου / Το 1874 Από Τον Αρχιδούκα Στης Αυστριακής Αυλής Ludwig Salvator. / Κωδικός Βιβλίου: 23050P. / Παλιά Σπάνια Βιβλία / Club Hotel Casino Loutraki / Language: Ελληνικά / Ημερομηνία Έκδοσης : 2009 / Αριθ. Σελίδων: 179 / 75,00 € /
- "Μηκώνη" - Βιβλιοθήκη Δήμου Σικυωνίων / Περίπλους του Κορινθιακού Κόλπου / Ludwig Salvator; απόδοση από τα γερμανικά: Γιώργος Δ. Γιαννόπουλος
- Τα των Εποχών / Β Γκιολή- Χαριτίδη /
Η Θήβα Μέμφις του Γιάννη Δούκα (Μάρως Δούκα γιός) ποιητής
Κατά τον Μισέλ-Ρολφ Τρουιγιό, «οι σιωπές εισέρχονται στη διαδικασία της ιστορικής παραγωγής σε τέσσερις κρίσιμες στιγμές: τη στιγμή της δημιουργίας δεδομένων (δημιουργία των πηγών)· τη στιγμή της συνάθροισης δεδομένων (δημιουργία των αρχείων)· τη στιγμή της ανάκτησης δεδομένων (δημιουργία αφηγήσεων)· και τη στιγμή της αναδρομικής σημασίας (δημιουργία της ιστορίας στον ύστατο βαθμό)».
Συνοδεύοντας τις σιωπές, η "θήβα μέμφις" θα φιλοδοξούσε να εισέλθει στο περιθώριο των τεσσάρων αυτών στιγμών. Εκτυλίσσεται στα χρόνια που ο Έντσο Τραβέρσο αποκαλεί ευρωπαϊκό εμφύλιο πόλεμο (1914-45). Η προέλευση του όρου αποδίδεται στον Γερμανό ζωγράφο Φραντς Μαρκ, που σημείωνε, σε μια επιστολή του από το μέτωπο λίγο πριν από τον θάνατό του στη μάχη του Βερντέν, ότι ο Πρώτος Παγκόσμιος δεν είναι παρά ένας ευρωπαϊκός εμφύλιος, ένας πόλεμος ενάντια στον εσωτερικό αόρατο εχθρό του ευρωπαϊκού πνεύματος.
Το βιβλίο δομείται ως σπονδυλωτή σειρά συνδυαστικών προσωπογραφιών. Σε αυτές απεικονίζονται, με αφορμή κάποιο μεμονωμένο γεγονός που τους συνέβη ή που προκάλεσαν, πρόσωπα που έζησαν και έδρασαν κατά την περίοδο αυτή - και όχι πάντοτε στο προσκήνιό της. [...] (Από τον πρόλογο της έκδοσης)
Robinson Roger, Σύντομα θα ξεκινήσει, από το βιβλίο "Ενας φορητός παράδεισος"
Robinson Roger, Σύντομα θα ξεκινήσει |
ΣΥΝΤΟΜΑ ΘΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕΙ
Κάτι υπάρχει εδώ,
Σε αυτή την πόλη,
σε αυτούς τους δρόμους,
Κάτι σκληρό και ζοφερό,
Κάτι οξύ και δριμύ.
Είναι ο τρόπος που
ο άντρας αυτός στέκει εκεί
έτοιμος όλη μέρα για καυγά.
Είναι οι ψίθυροι και
τα συνοφρυωμένα πρόσωπα,
οι επίμονες ματιές
και τα αργά νεύματα με το κεφάλι.
Η ζέστη αυτή από κοντά
Από πολύ κοντά, υγρή
Κι από τον τρόμο βαριά
Και στην αγορά η μπόχα
Των σάπιων ψαριών
Ήταν δυνατή και πάνω στα φρούτα
Μαύρα σημάδια εμφανίζονταν.
Και ο κόσμος έλεγε
«σύντομα θα ξεκινήσει»
Χωρίς να ‘χουν ιδέα για πιο πράγμα μιλάνε.
Ακόμα και ο τύπος με τα λιβάνια,
Μοιάζει ανήσυχος,
Λες και το ένιωθε και αυτός.
Κανείς δεν πουλάει τίποτα,
Κανείς δεν αγοράζει τίποτα.
Σαν ζόμπι πηγαινοέρχονται,
Και τα αυτοκίνητα πηγαίνουν
Όσο πιο αργά μπορούν,
Σαν όλοι κάποιο σινάλιο περιμένουν.
Κάποιοι νέοι πάνω στα bmx τους
Σηκώνουν τις κουκούλες τους.
Η πόλη ολόκληρη βυθίστηκε στη σιωπή,
Στην ησυχία, ένα μπουκάλι μόνο ακούγεται
Που σπάει σε κομμάτια.
Ύστερα ξεχωρίζει η αδιόρατη μυρωδιά του καπνού
Και ο ουρανός παίρνει το χρώμα της σκόνης
Και ένα ελικόπτερο μικρό σαν μύγα,
Αιωρείται πάνω από μια πληγή όλο πύον.
Κάτι υπάρχει εδώ, σε αυτούς τους δρόμους,
Κάτι σκληρό και ζοφερό,
Κάτι ο οξύ και δριμύ.
Σύντομα θα ξεκινήσει.
Ο Ρότζερ Ρόμπινσον είναι ποιητής και περφόρμερ. Γεννήθηκε το 1967 και ζει μεταξύ Λονδίνου και Τρινιντάντ. Η πρώτη του ολοκληρωμένη ποιητική συλλογή «The butterfly hotel» δημοσιεύτηκε το 2012. Η συλλογή «Ένας φορητός παράδεισος» τιμήθηκε το 2019 με το υψηλού κύρους βραβείο για την ποίηση T. S. Eliot.
Γιάννης Κότσιρας, Κοίτα γύρω
Πόσο μίκρυνε ο κόσμος
Πως αγρίεψαν τα μάτια
Χρεωμένη μοναξιά
Κοίτα γύρω
Πόσο ασχήμυνε η πόλη
Πόσο ακρίβυνε η αλήθεια
Μόνο γέλια ειρωνικά
Δες καλά
Τα παιδιά που δεν έχουν να φάνε
Τις αρρώστιες που τρόμο κερνάνε
Τα σκυλιά που με φόβο κοιτάνε
Γιατί κάποιοι σκοτώνουν φριχτά
Γι’ αυτό κι εγώ φωνάζω
Για σένα που αγκαλιάζω
Στο μέλλον που τρομάζω
Να γίνουμε φωτιά
Να κάψει όλα τα χέρια
Που κρύβουνε τ’ αστέρια
Να βγούνε περιστέρια
Λευκά σαν τα παιδιά
Να γίνουμε παιδιά
Κοίτα γύρω
Πόσα ψέματα συνήθισες τη μέρα
Πόσα πτώματα ξεβράστηκαν στην ξέρα
Πόσα στόματα σιωπούν ενοχικά
Κοίτα γύρω
Τα κορίτσια που φοβούνται να γελάσουν
Τα αγόρια που διστάζουνε να κλάψουν
Τις οθόνες που μας πήραν τη μιλιά
Δες καλά
Τα γερόντια που σβήνουνε μόνα
Σαν τα δέντρα που δώσαν αγώνα
Και τα ρίξαν μετά στη φωτιά
Με γέλια ειρωνικά
Γι’ αυτό κι εγώ φωνάζω
Για σένα που αγκαλιάζω
Στο μέλλον που τρομάζω
Να γίνουμε φωτιά
Να κάψει όλα τα χέρια
Που μάτωσαν μαχαίρια
Να βγούνε περιστέρια
Λευκά σαν τα παιδιά
Γι αυτό κι εγώ φωνάζω
Για σένα που αγαπώ
Avignon : quand Man Ray érotisait le pont Saint-Benezet
https://www.facebook.com/carina.istre
Avignon : quand Man Ray érotisait le pont Saint-Benezet
Par F.B.
Sur cette première version, la femme allongée est sans doute Nusch, la femme de Paul Eluard. Mais pour Man Ray, elle doit représenter toutes les femmes.
Sur cette première version, la femme allongée est sans doute Nusch, la femme de Paul Eluard. Mais pour Man Ray, elle doit représenter toutes les femmes. Photo DR
Dans le jargon journalistique, c'est ce qu'on appelle une belle histoire.
Automne 2018 : une vente d'oeuvres d'art se tient à Paris. Parmi le lot de chef d'oeuvres signés des plus grands artistes du XXe siècle, un dessin de l'Américain Man Ray, daté de 1936, et sur lequel une femme est alanguie sur le pont Saint-Benezet. Son titre : "Le pont brisé".
A Avignon, précisément, la directrice du musée Angladon, Lauren Laz, a eu vent de cette session parisienne. Et pour cause : à cette époque, elle travaille déjà à la préparation d'une grande exposition dans la cité des papes sur Man Ray, et particulièrement autour de son talent trop méconnu : celui de dessinateur. Ni une ni deux, Lauren Laz prévient, en Suisse, le collectionneur dont les trésors doivent être exposés à Angladon. Et à l'arrivée, ce dernier acquiert, sur ces précieux conseils, "Le pont brisé". Une oeuvre qui sera présente entre les murs du musée avignonnais à partir du 27 mai prochain (si tout va bien sur le plan sanitaire, Ndlr ). Intrinsèquement parlant, le destin de ce "Pont brisé" est, depuis sa génèse, une histoire fascinante. Nous sommes en 1936. L'année du Front populaire. A Avignon, c'est l'été auprès du pont populaire. Déjà photographe adulé du public, Man Ray, de son vrai nom Emmanuel Radnitsky, se trouve en Vaucluse avec son ami le poète Paul Eluard. Ensemble, ils rendent visite à leur ami René Char, à l'Isle-sur-la-Sorgue. D'ailleurs, le futur dessin "Le pont brisé" est accompagné de l'écriture elle-même très esthétique d'Eluard, pour un poème dédié à Char, et dans lequel Eluard évoque, au bord du Rhône, "la carrière d'eau claire" et "les bâteaux qui ne vont nulle part".
Si dessin et poème ne font qu'un, ce n'est pas pour rien : le duo Man Ray-Eluard va publier en 1937 un ouvrage à quatre mains, "Les mains libres", au sein duquel les deux génies s'inspirent mutuellement. "Il y a deux versions du "Pont brisé" : celle qui va être retenue pour le livre et la première, non retenue, qui va être exposée à Angladon" confie à La Provence la directrice du musée, Lauren Laz.
"Sur cette première version, la femme allongée est sans doute Nusch, la femme de Paul Eluard. Mais pour Man Ray, elle doit représenter toutes les femmes. Elle est allongée sur le pont Saint-Benezet comme si, quelque part, elle le prolongeait. Et il y a, au-dessus, son reflet dans les cieux. Le corps féminin est , pour l'artiste, médiateur de l'invisible, de ce qu'il y a au-delà du réel. Finalement, il réalise dans ses dessins ce qui a fait son succès dans ses photos : il cherche à donner au réel une dimension suplémentaire." Un pont...sein Benezet, en l'occurence, des soupirs.
Καβάφης, Απ' τες εννιά, Τα κεριά
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/giati-o-kostis-palamas-apaxiose-tin-piisi-tou-kavafi-eno-ke-o-xenopoulos-ton-imnouse/
Απ’ τες εννιά Δώδεκα και μισή.
Γρήγορα πέρασεν η ώρα απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα, και κάθισα εδώ.
Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω, και χωρίς να μιλώ.
Με ποιόνα να μιλήσω κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό {…}
Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά• πένθη της οικογένειας, χωρισμοί, αισθήματα δικών μου, αισθήματα των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.
Δώδεκα και μισή.
Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή.
Πώς πέρασαν τα χρόνια.
Κ.Π. Καβάφης.
Έχει
χαρακτηριστεί από τους Βρετανούς λογοτέχνες ως ο Ποιητής των Ποιητών (Poet’s
Poet) επειδή είναι ο πιο αγαπητός ποιητής, ειδικά ανάμεσα στους έφηβους, που
τελικά τον διαβάζουν μέχρι την ώριμη ηλικία. Ψέμματα;...
Τα κεριά
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας σα μια σειρά κεράκια αναμένα — χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν, μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων· τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη, κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω·με λυπεί η μορφή των, και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη
διω και φρίξω τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει, τι γρήγορα που τα
σβυστά κεριά πληθαίνουν....
Ρέιμοντ Κάρβερ (1938-1988), Εκεί που είχαν ζήσει, εκδόσεις Κίχλη, ποίηματα, motel
(Εφ-Συν)
Ο Ρέιμοντ Κάρβερ (1938-1988) είναι γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό για τη διεισδυτική και κοφτερή πρόζα των διηγημάτων του. Ομως, ο Αμερικανός συγγραφέας έδειχνε στην ποίηση την ίδια αφοσίωση με την πεζογραφία. Παρ' όλα αυτά, η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Fires» κυκλοφορεί μόλις το 1983 (όταν η πρώτη του συλλογή διηγημάτων είχε ήδη κυκλοφορήσει το 1976). Και μέχρι το ξαφνικό τέλος του πενηντάχρονου βίου του από καρκίνο, θα καταφέρει να ολοκληρώσει τρεις ακόμα συλλογές· η τελευταία, «A New Path to the Waterfall», θα κυκλοφορήσει μετά τον θάνατό του, το 1989.
Στην ποίηση του Κάρβερ βρίσκουμε ένα γοητευτικό αμάλγαμα της αναμέτρησης με το παρελθόν (γνωστή η πολύχρονη μάχη του με τον αλκοολισμό), της αναψηλάφησης των οικογενειακών σχέσεων, της συντροφικότητας και γλυκόπικρων συναισθημάτων, όπως η δικαίωση, αλλά και η δίψα μπροστά στο αναπόφευκτο τέλος. Οπως χαρακτηριστικά γράφει σε έναν στίχο του: «Οπου κι αν πήγαινε εκείνη τη μέρα, βάδιζε/ μέσα στο ίδιο του το παρελθόν [...]». Στους στίχους του Κάρβερ, ακολουθούμε εκστατικά τις εναλλαγές χρόνου και χώρων και τον κυματισμό των στίχων που συνομιλούν αδιαμεσολάβητα με τα πιο μύχια συναισθήματά μας. Την ίδια στιγμή η πύκνωση και η μινιμαλιστική αποτύπωση στιγμών και καταστάσεων που χαρακτηρίζουν τα διηγήματά του υπάρχουν αυτούσια και στα ποιήματά του.
Στην υπό έκδοση ανθολογία, 57 δημοσιευμένα αλλά και αθησαύριστα ποιήματά του στεγάζονται υπό τον τίτλο «Εκεί που είχαν ζήσει» (από τις εκδόσεις Κίχλη). Τα ποιήματα αυτά διαπερνά το ίδιο αδιόρατο νήμα που διαπερνά και ολόκληρο το έργο του - υπογραμμίζεται έτσι πως τα πεζά του δεν μπορούν να προσληφθούν πλήρως αν δεν (ξανα) διαβαστούν υπό το λοξό φως των ποιημάτων του. Αλλωστε, όπως σημειώνει η Τες Γκάλαχερ στο εισαγωγικό σημείωμα της τέταρτης και τελευταίας συλλογής του: «[…] ο Ρέι χρησιμοποιούσε την ποίησή του για να τραβήξει την τίγρη έξω από την κρυψώνα της».
Το τένις, ήρθε και στην Κυψέλη, με Αργύρη Μπακιρτζή, Στίχοι, Άγγελος Παπαδημητρίου, Σπάρταλης,Α.Μ
Αργύρης Μπακιρτζής |
https://www.youtube.com/watch?v=mo6fV3x5K4E
Ποῦ ἐστιν ἡ τοῦ κόσμου προσπάθεια;
Ποῦ ἐστιν ἡ τῶν προσκαίρων φαντασία;
Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά, πάντα αφασία
πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά, πάντα ασφυξία.
Καὶ εἶδον τὰ γεγυμνωμένα ὀστᾶ καὶ εἶπον:
τίς ἐστι, βασιλεὺς ἢ στρατιώτης, πλούσιος ἢ πένης;
Μ' αγαπά - δε μ' αγαπά... ένα μπαλάκι τένις
είναι η μαντεψιά ένα μπαλάκι τένις.
Ποῦ ἐστιν ὁ χρυσὸς καὶ ὁ ἄργυρος;
Ποῦ ἐστιν τῶν dance parties η οχλαγωγία;
Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά, πάντα νοσταλγία
πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά, πάντα απουσία.
Καὶ εἶδον τὰ γεγυμνωμένα ὀστᾶ καὶ εἶπον:
τίς ἐστι δίκαιος ή αμαρτωλός; Δεξιός ή αριστερός;
προσφάτως μύτη έσκασε κι ο Κορωνοϊός
αρκούντως αδιάκριτος, αγνώστου τε πατρός.
https://www.youtube.com/watch?v=mo6fV3x5K4E
Τι να πάρω μαζί μου, ερμηνεία Μανώλης Μητσιάς, στίχοι Μαρία Λαλιώτη, μουσική Τάσος Γκρους
η ζωή με κυκλώνει
ήρωας σε οθόνη
με τα πόδια γυμνά.
Στη μικρή μου καμπούρα
τόσα χρόνια μουρμούρα
και ο κόσμος σα σβούρα
το ρεφρέν να κρατά.
Τι να πάρω μαζί μου
τώρα αλλάζει η ζωή μου
τελευταίο παιχνίδι
στων σκιών το σανίδι.
Τι να πάρω μαζί μου
τώρα αλλάζει η ζωή μου
πόσα χρόνια θητεία
σε μια άδεια πλατεία.
σαν αγάπες χαμένες
ιστορίες παιγμένες
στο μικρό μου μπερντέ.
στη χαρά μου χρωστάω
Το φιλί σου κρατάω
να μη φύγεις ποτέ.
τώρα αλλάζει η ζωή μου
τελευταίο παιχνίδι
στων σκιών το παιχνίδι
στων σκιών το σανίδι.
Τι να πάρω μαζί μου
τώρα αλλάζει η ζωή μου
πόσα χρόνια θητεία
σε μια άδεια πλατεία.
Τι να πάρω μαζί μου
τώρα αλλάζει η ζωή μου
τελευταίο παιχνίδι
στων σκιών το παιχνίδι
στων σκιών το σανίδι.
Τι να πάρω μαζί μου
τώρα αλλάζει η ζωή μου
πόσα χρόνια θητεία
σε μια άδεια πλατεία.
Δημήτρης Ζερβουδάκης, Γράμμα σε ένα ποιητή, Νίκος Καβαδίας
https://www.youtube.com/watch?v=Z8FSuMzPa0M&feature=emb_logo.
Dimitris Zervoudakis - Gramma s'enan poihth
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε Καίσαρ να σε σώσει
Κάτι που πάντα βρίσκεται σε αιώνια εναλλαγή
Κάτι που σκίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων
Και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατελείωτη γη
Κάτι που θα `κανε γοργά να φύγει το κοράκι
Που του γραφείου σου πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά
Να φύγει κράζοντας βραχνά χτυπώντας τα φτερά του
Προς κάποια ακατοίκητη κοιλάδα του νοτιά
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο CAMEL να καπνίζεις ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω Whiskey
Οι πολιτείες ξένες να μας δέχονταν
οι πολιτείες οι πιο απομακρυσμένες
Κι εγώ σ’ αυτές απλά να σε εσύσταινα
σαν σε παλιές γλυκές μου αγαπημένες
Κάτι που θα `κανε τα υγρά παράδοξα σου μάτια
Που αβρές μαθητριούλες τ `αγαπούν και σιωπηροί ποιητές
Χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουνε
Με κάποιο τρόπο που όπως λεν δε γέλασαν ποτέ
Γνωρίζω κάτι που μπορούσε βέβαια να σε σώσει
Εγώ που δε σε γνώρισα ποτέ για σκέψου εγώ
Ένα καράβι να σε πάρει Καίσαρ να μας πάρει
Ένα καράβι που πολύ μακριά θα τ οδηγώ
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο CAMEL να καπνίζεις ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω Whiskey
Και μια βραδιά στην Μπούρμα ή στην Μπατάβια
Στα μάτια μιας Ινδής που θα χορέψει
Γυμνή στα δεκαεπτά στιλέτα ανάμεσα
θα δείτε την Γκρέτα να επιστρέψει
Μουσικά, κομάτια, Μάνος Χατζηδάκης, Τι να πάρω μαζί μου, Μητσιάς
1-MARIE BELL. La Voleuse de Londres. 1961 Ορχήστρα Μ. Χατζιδάκι
https://www.youtube.com/watch?v=CYbwOkmtYCE
2-Σαββίνα Γιαννάτου-Το τραγουδι της Ευρυδίκης
https://www.youtube.com/watch?v=OzmXDYZRCq4
3-Η Θυσία Της Αντιγόνης - Μάνος Χατζιδάκις - Jean Anouilh)
https://www.youtube.com/watch?v=rsfY25LhpXQ
4-Μάνος Χατζιδάκις - Ζωή Φυτούση - "Ο ταχυδρόμος πέθανε"
https://www.youtube.com/watch?v=AsdGKkoZwHM
5-Μάνος Χατζιδάκις - Ζωρζ Μουστακί - Le facteur - 1965
Αντώνης, Καλογιάννης, άρθρο, Νταλάρα, άρθρο, Αυγή, τίτλοι, τραγουδιών
Παιδάκι του πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου, ο Αντώνης Καλογιάννης γεννήθηκε και έζησε στην Καισαριανή, σε μια γειτονιά γεμάτη Ιστορία και συμβολισμούς. Αξιώθηκε να ζήσει το όνειρο της γενιάς του. Η συνάντησή του με τον αρχάγγελο Μίκη Θεοδωράκη άλλαξε τη ζωή του. Ακριβώς όπως στα παραμύθια, τον άκουσε να τραγουδάει στο τσαγκαράδικο, νέο παιδί, βιοπαλαιστή, τον πήρε από το χέρι, τον ενθάρρυνε, τον αγκάλιασε κι έτσι άρχισε το ταξίδι του στον μαγικό κόσμο της μουσικής. Τραγούδησε μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη -στην οποία, απ’ όσο ξέρω, οφείλει και τη γνωριμία του με τον Μίκη- σε μεγάλα θέατρα στη Σοβιετική Ένωση, την Ευρώπη και την Αμερική. Με σθένος, θάρρος και μεγάλη ταπεινοφροσύνη, στα χρόνια της χούντας, τραγούδησε τον λόγο των ποιητών του Ρίτσου, του Σεφέρη, του Σικελιανού, τα λαϊκά του Μάνου Ελευθερίου σε όλο τον κόσμο. «Επιφάνια - Αβέρωφ», «Κατάσταση πολιορκίας», «Πνευματικό εμβατήριο», «Νύχτα θανάτου», «Τα τραγούδια του Αντρέα», «Γράμματα από τη Γερμανία», ένα μεγάλο κομμάτι του έργου του Μίκη το μάθαμε μέσα από τη φωνή του Αντώνη.
Έχει σημασία όμως ότι και για τον ίδιο αυτή η διάκριση δεν μετατράπηκε σε έπαρση, αλλά σε προσοχή και ευθύνη για το ρεπερτόριό του στα χρόνια που θα έρχονταν. Τον θυμάμαι πάντα στις σκηνές των μεγάλων συναυλιών που διηύθυνε ο Μίκης να περιμένει σεμνά τη σειρά του ανάμεσα σ’ εμάς, τους νέους, τότε, τραγουδιστές. Ήταν υπόδειγμα των ιδανικών που εκπροσωπούσε η γενιά του. Γι’ αυτό φρόντισε και μετά τη συνεργασία με τον Μίκη να πει ωραία τραγούδια, μουσικά και στιχουργικά. Έτσι, τα τραγούδια από τα «Επιφάνια - Αβέρωφ» του Σεφέρη και το «Ήρθαν τα βάσανα νωρίς» από τα λαϊκά του Μάνου Ελευθερίου, που είναι «βιδωμένα» στο μυαλό και στην ψυχή μας με τη φωνή του, διαδέχτηκαν το «Δεν κλαίω γι’ αυτά που μου ’χεις πάρει» του Ρίτσου σε μουσική Μάριου Τόκα και το υπέροχο «Μικραίνει ο κόσμος» του Σταύρου Κουγιουμτζή σε στίχους Τάσου Κόρφη και δεκάδες άλλα. Αυτός, που δεν ξεκίνησε τη ζωή του με σκοπό να γίνει καλλιτέχνης, σεβάστηκε όσο λίγοι την τύχη και την ευκαιρία που του δόθηκαν και παρέμεινε συνεπής και ευγνώμων μέχρι το τέλος.
Συνεργάστηκε με καλούς συνθέτες, είπε πολύ ωραία τραγούδια που κράτησαν συντροφιά για πολλές δεκαετίες στους απλούς ανθρώπους στις χαρές τους και τις λύπες τους. Η ήρεμη χαρακτηριστική φιλική φωνή του Αντώνη ηχούσε μέσα στα σπίτια από το ραδιόφωνο και τους συντρόφευε σαν να ήταν ο δικός τους άνθρωπος, ο ξάδελφός τους που έλειπε, που τους παρηγορούσε με την ωραία φωνή του. Ακριβώς έτσι όπως τον άκουσε ο Μίκης στο τσαγκαράδικο, κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο και αναντικατάστατο.
Καλό ταξίδι, Αντώνη Καλογιάννη. Θα σε θυμόμαστε πάντα με συγκίνηση και αγάπη μέσα από τα ωραία τραγούδια σου «...σαν τον καλό τον άνθρωπο με το φωτοστέφανο που λες...».
Η Πήλινη χορεύτρια, Καραγεωργίου Τασούλα, Πολιτεία, 9,54
Σιδηρόπουλος Παύλος
Γιώργος Βέης, «Βράχια» Εκδόσεις Ύψιλον, 2020 Σελ.: 80. Τιμή: 10 ευρώ
Όνειρο μέσα σε όνειρο (Έντγκαρ Άλλαν Πόε, μετάφραση: Στέφανος Μπεκατώρος)
Δέξου ετούτο το φιλί στο μέτωπό σου!
και τώρα που χωρίζουμε,
άφησε να σου πω–
ότι οι μέρες μου εκύλησαν μέσα στ’ όνειρο.
Είναι αλήθεια, όπως το ’λεγες
αν, όμως, η ελπίδα πέταξε
μες σε μια νύχτα ή μια μέρα,
μες σ’ ένα όραμα ή μες στο τίποτα,
είναι γι’ αυτό λιγότερο χαμένη;
Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
όνειρο είναι μέσα σε όνειρο.
Στέκομαι ανάμεσα στο βογγητό
Μιας θαλασσόδαρτης ακτής,
Και μες στα χέρια μου κρατώ
κόκκους χρυσούς της άμμου –
Πόσο λίγοι! Κι όμως πώς γλιστράνε
Από τα δάχτυλά μου και βαθιά πάνε,
Καθώς θρηνώ – καθώς θρηνώ!
Θεέ μου! Μήπως θα μπορούσα
Μέσα στο χέρι πιο σφιχτά να τους κρατούσα;
Θεέ μου! Πώς θα κατορθώσω
Μόνο ένα απ’ το ανήλεο κύμα να γλιτώσω;
Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
Όνειρο είναι μονάχα μέσα σε όνειρο;
Σπασμένο καράβι, Γιάννης Σκαρίμπας, Ουλαλούμ
με χώρις κατάρτια με χώρις πανιά να κοιμάμαι.
Νάν’ αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική γύρω γύρω,
με κουφάρι γυρτό και με πλώρη εκεί που θα γείρω.
Νάν’ η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά
έτσι νάναι! –
και τα βράχια κατάπληκτα και τ’ αστέρια μακριά να κοιτάνε…
Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές
δίχως χάρη –
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές το φεγγάρι.
Έτσι νάμαι καράβι γκρεμισμένο, νεκρό
έτσι να ‘μαι –
σ’ αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό, να κοιμάμαι…
Γιάννης Σκαρίμπας, από την ποιητική συλλογή «Ουλαλούμ», 1936
Σταμάτης Κραουνάκης, Χρήστος Λεοντής
Κλαρινέτο Βασίλης Αλεξάκης
Ναι, είναι ένα παιχνίδι αυτό γιατί βέβαια μιλάς και στον αναγνώστη, τον εμπλέκεις περισσότερο, είναι περίπου σαν να είσαστε οι δυο σας. Αλλά κι όταν γράφεις σε πρώτο πρόσωπο, κι αυτό είναι εξίσου μια κατασκευή.
Φωτογραφικό οδοιπορικό στην Αθήνα, εκδόσεις Παρασκήνιο Ζωοδόχου Πηγής 85, 210 3648170
Η Κατερίνα Ζωιτοπούλου - Μαυροκεφαλίδου εντάσσεται σ’ αυτή τη φωτογραφική παράδοση που συνδέθηκε με τον κινηματογράφο και απέδωσε πρόσωπα και χώρους, διαφυλάσσοντας τη μοναδικότητά τους σε μια στιγμή του χρόνου – μια στιγμή της ιστορίας.
Νίκος Καρούζος: Διάλογος πρῶτος
Ἡ ἄλλη μισή μας ἡλικία θὰ περάσει
χαρτοπαίζοντας μὲ τὸ θάνατο στὰ ψέματα.
Καὶ λέγαμε πὼς δὲν ἔχει καιρὸ ἡ ἀγάπη
ἄξια τῶν συγκινήσεών μας
δὲν ἀκούσαμε.
Βρεθήκαμε σ᾿ ἕνα διάλειμμα τοῦ κόσμου
ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθήτω.
Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μία γλυκύτητα
στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια.
Χαίρετε ἄνθη σιωπηλὰ
μὲ τῶν καλύκων τὴν περισυλλογὴ
Ἐνδότερα ὁ Κύριος λειτουργεῖ
ἐνδότερα ὑπάρχουμε μαζί σας.
Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη
καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς.
Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ
μία μέρα…
Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου
θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.
Ενας φορητός Παράδεισος Robinson Roger, ποίηση
Το Δεκαήμερο Giovanni Boccaccio, ΤΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΗ
Giovanni Boccaccio
ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ*
Παιδί, ο χώρος του φανταστικού, ιστορίες, σκοτάδι, μνήμης, Πολ Οστερ, βιβλίο η επινόηση της μοναξιάς
Αν δεν επιτραπεί σε ένα παιδί να μπει στο χώρο του φανταστικού, δεν θα μπορέσει ποτέ να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Η ανάγκη ενός παιδιού για ιστορίες είναι τόσο βασική, όσο και η ανάγκη του για φαγητό, και εκδηλώνεται όπως ακριβώς και η πείνα. ''Πες μου μια ιστορία, μπαμπά, σε παρακαλώ.'' Και τότε ο πατέρας κάθεται και λέει μια ιστορία στον γιο του. Ή αλλιώς ξαπλώνει στο σκοτάδι πλάι του, οι δυο τους στο κρεβάτι του παιδιού κι αρχίζει να μιλά, σαν να μην είχε απομείνει τίποτα στον κόσμο πέρα από τη φωνή του, λέγοντας μέσα στο σκοτάδι μια ιστορία στον γιο του. Συχνά είναι ένα παραμύθι ή μια περιπετειώδης ιστορία.