WELCOME

Καλωσορίσατε σε αυτό εδώ τον ιστότοπο “Book blog info” Ο χώρος αυτός δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικό εργαλείο προβολής των προϊόντων του εκδοτικού οίκου ΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ κάποτε. Καθ' οδόν προστέθηκαν και μερικά λουλουδάκια για διακόσμηση - τα οποία ήρθαν και με βρήκαν - στην κάθετη στήλη. Διάφορα ποιηματάκια ξεπήδησαν από τα βιβλία της βιβλιοθήκης μου και προέκυψε έτσι το «1 ΠΟίΗΜΑ 1 ΛΟΥΛΟύΔΙ» Από το 2011 και μετά το blog αυτό θα ταξιδεύει σε νέους βιβλιότοπους και σας καλεί να τον παρακολουθείτε πού και πού... Χρήστος Ρουμελιώτης. e-mail : novus.sales@gmail.com

Ευχαριστώ για την επίσκεψή σας. Καλά κοιταγματάκια…

Λορέντζος Μαβίλης / kosmas kefalos

Λορέντζος Μαβίλης
Η συναρπαστική ζωή του Λορέντζου Μαβίλη (1860 - 1912) είναι γεμάτη ανατροπές και ξαφνιάσματα.
Ο λυρικός ποιητής με την αριστοκρατική καταγωγή που εξυμνεί τη φύση και αντλεί θέματα από τη μυθική και ιστορική παράδοση θα γίνει υπέρμαχος του δημοτικισμού και μία φράση του στη Βουλή, «χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει, υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι», θα αποκτήσει υπόσταση διαχρονική.
Ο ευκατάστατος νέος θα συναντηθεί το 1896 στα βουνά με τους αντάρτες πολεμώντας στην Επανάσταση της Κρήτης και, έναν χρόνο αργότερα, καλύπτει δαπάνες μετακίνησης εθελοντών για να πολεμήσουν στην Ήπειρο τους Τούρκους. Το 1912, βουλευτής των Φιλελευθέρων, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του Μετώπου!
Ο σκακιστής και συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων θυσιάζει στις δημιουργίες του στρατιώτες και αξιωματικούς στον βωμό της νίκης. Θα θυσιαστεί και ο ίδιος στις 28 Νοεμβρίου 1912 στη μάχη του Δρίσκου, κοντά στα Γιάννενα, επικεφαλής των γαριβαλδινών εθελοντών.
Έγραφε ο Τάσος Βουρνάς στην «Αυγή», στο αφιέρωμα «Λορέντζος Μαβίλης - Εκατό χρόνια από τη γέννησή του» (27.1.1960): «Ο Μαβίλης ήταν για την εποχή του ένα φωτεινό μετέωρο που πέρασε πάνω από τα γράμματά μας κομίζοντας καινούργιες αισθήσεις και καινούργια ρίγη στην τέχνη». Πιο κάτω αναφέρεται σε ανέκδοτα που διέσωσε ο Βάρναλης, κατά την τελευταία εκστρατεία, λίγο πριν από τον θάνατο του Μαβίλη: «Ενώ δρασκελούσανε τα λαγκάδια των Γρεβενών μέσα στη βροχή, το κρύο και τις λάσπες, κάποιος νεαρός λόγιος, που πήγαινε δίπλα του, του λέει:
- Τώρα στην Αθήνα ο Πολέμης θα γράφει ‘ωραία’ ποιήματα για μας!
- ‘Το κακό’, απάντησε ο Μαβίλης, ‘πως θα γράφει και ο Παλαμάς!’

Κι αμέσως μετάνιωσε που το είπε».
Ο Παναγής Σκλαβούνος στο βιβλίο του «Οι άγνωστες εποχές του ελληνικού σκακιού» αναφέρεται στις σκακιστικές δραστηριότητες του Μαβίλη, κυρίως στα φοιτητικά του χρόνια στη Γερμανία, όπου είχε αναδειχθεί πρωταθλητής Βαυαρίας το 1890, καθώς και στις εξαιρετικά όμορφες σκακιστικές του συνθέσεις.
Ήρωας, πολυδιαβασμένος ποιητής, μαχητικός πολιτικός, μεθοδικός σκακιστής. Και η άλλη πλευρά; Ο έρωτας;
Ως νεαρός φοιτητής στη Γερμανία, θαμπωμένος από την ομορφιά μιας σερβιτόρας, της Μίνας, δείχνει να απαρνιέται κάτι σημαντικό:
«Άμε χάσου, ξερή Φιλολογία,
γριά φτιασιδωμένη, άσχημη, κρύα,
που ως τώρα το μυαλό μου έχεις τυφλώσει.
Την εμορφιά την κλασική σπουδάζω,
όταν γλυκά τη Μίνα μου αγκαλιάζω
όταν η Μίνα ένα φιλί μού δώσει».
Ανθρώπινος και αντιήρωας, στην πιο ηρωική του στιγμή, λίγο πριν από τη μάχη του Δρίσκου, θα πει απολαμβάνοντας τη μαγευτική φύση:
«Κι όμως, εμείς πάμε να σκοτώσουμε ανθρώπους και να σκοτωθούμε!».
kosmaskefalos@gmail.com

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθήση
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήση,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι.

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση•
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίση,
α' στάξη γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

Κι αν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται...

A' δε μπορής παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.
    ο-ο-ο-ο
«Αρχόντισσα Ροδίτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε». – «Έχω ένα ανίψι, τον Ευκλέα,
τρία αδέρφια, γιό, πατέρα Ολυμπιονίκες•

να με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες,
και εγώ να καμαρώσω μέσ' στα ωραία
κορμιά, που για το αγρίλι του Ηρακλέα
παλεύουν, θιαμαστές ψυχές αντρίκειες.

Με τες άλλες γυναίκες δεν είμαι όμοια•
στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζη
με της αντρειάς τα αμάραντα προνόμια.

Με μάλαμα γραμμένος το δοξάζει
σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου
ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου». 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου